Χρονόμετρο

    ΑΡΚΟΥΔΟΤΡΥΠΑ: ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ-ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΚΑΠΗΛΟΙ ΠΟΥ ΟΡΓΩΝΟΥΝ ΤΟ «ΧΡΥΣΟΦΟΡΟ» ΠΑΓΓΑΙΟ

    Δημοσιεύτηκε στις

     

     

    από Μαρία Ριτζαλέου

    Τα απρόσμενα και ιδιαίτερα ευρήματα που κρύβει το σπήλαιο Αρκουδότρυπα και οι αρχαιοκάπηλοι που αλωνίζουν στο βουνό με τους… χρυσαφένιους θρύλους

     

    Άγνωστο στο ευρύ κοινό, αρκετά γνωστό όμως στους προϊστορικούς κτηνοτρόφους που το χρησιμοποιούσαν ως χώρο προσωρινής εγκατάστασης ήδη από την Εποχή του Χαλκού, το σπήλαιο Αρκουδότρυπα (ή Μέτσκα Ντούπκα), κρύβει απρόσμενα και ιδιαίτερα ευρήματα.

     

    Βρίσκεται στις δυτικές παρυφές του όρους Παγγαίου, βόρεια της Γαληψού και η αποστολή της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας/ Γραφείο Βορείου Ελλάδος, που σε συνεργασία με τη Σπηλαιολογική Ομάδα του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Καβάλας, πραγματοποίησε επιφανειακή έρευνα, εντόπισε πλήθος κεραμικής.

     

     

     

    Όπως είπε στη Voria.gr ο προϊστάμενος της Εφορείας, Φώτης Γεωργιάδης, «στο σπήλαιο εντοπίζεται μεγάλη ποσότητα επιφανειακής κεραμικής, κατά κύριο λόγο χειροποίητη, αλλά και τροχήλατη. Τα όστρακα των χειροποίητων αγγείων προέρχονται από φιάλες, πρόχους και πιθοειδή αγγεία της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού».

     

    Η τροχήλατη κεραμική, που χρονολογείται από τον 6ο αι. π.Χ. έως την όψιμη αρχαιότητα, περιλαμβάνει αρχαϊκά και κλασικά αγγεία πόσης, υστεροαρχαϊκούς εμπορικούς αμφορείς, κλασικά μυροδοχεία, ελληνιστικό αμφορέα, λυχνάρια, ερυθροβαφή κεραμική terra sigilatta και χρηστική αβαφή κεραμική, κυρίως της όψιμης αρχαιότητας.

     

    «Τα ευρήματα αυτά φανερώνουν πως το σπήλαιο αποτέλεσε χώρο περιοδικής διαμονής ολιγομελών ομάδων κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, ενώ στη συνέχεια φαίνεται πως η ανθρώπινη δραστηριότητα στο σπήλαιο έπαυσε», δήλωσε ο κ. Γεωργιάδης.

     

    Όπως έδειξε η επιφανειακή έρευνα κτηνοτρόφοι και κυνηγοί χρησιμοποιούσαν το σπήλαιο για την προσωρινή διαμονή τους, ενώ στους αρχαϊκούς χρόνους τέτοια σπήλαια χρησιμοποιήθηκαν ευρέως και ως ιερά.

     

    Η παρουσία τροχήλατης διακοσμημένης κεραμικής, φαίνεται πως συνδέεται με την εγκατάσταση Θασίων αποίκων στην αρχαία Γαληψό, στην επικράτεια της οποίας ανήκει το σπήλαιο. Ιδιαίτερα έντονη δείχνει να είναι η χρήση του σπηλαίου κατά την περίοδο της όψιμης αρχαιότητας, για σκοπούς που δεν είναι ακόμη σαφείς -ίσως ως αποθηκευτικός χώρος.

     

    Το σπήλαιο Αρκουδότρυπα είναι μεγάλο, έχει τρεις αίθουσες και η υψομετρική του διαφορά είναι 84 μέτρα -από την είσοδο ώς το βαθύτερο σημείο. Η είσοδός του έχει ωοειδές σχήμα διαστάσεων 2 x2,5 μ. (πλάτος x ύψος) περίπου. Η αψιδωτή απόληξη της εισόδου, αλλά και ο κατακόρυφος βράχος που την πλαισιώνει, δεξιά και αριστερά, έχουν διαμορφωθεί τεχνητά, με λάξευση. Το σπήλαιο αποτελεί έναν επιμήκη αγωγό, με διαδοχικούς διαδρόμους και αίθουσες συνολικού μήκους 350 μ. περίπου. Το πλάτος του κυμαίνεται από 2 έως 40 μ. και το ύψος της οροφής του από 2 έως 15 μ. περίπου. Το δάπεδό του καλύπτεται από βραχοπτώσεις που έχουν συσσωρευτεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην εντοπίζεται σε σχεδόν κανένα σημείο το παλαιοδάπεδο του σπηλαίου, έτσι δεν υπάρχουν σταλακτίτες και σταλαγμίτες.

     

     

    Σημειώνεται πως η ευρύτερη περιοχή του Παγγαίου, που αποκαλείται και «χρυσοφόρο» όρος, αποτελεί το πεδίο ανάπτυξης της μυθολογίας του Διονύσου. Ο Απολλόδωρος περιγράφει τις περιπέτειες του Διονύσου με τον Λυκούργο, βασιλιά των Ηδωνών που κατοικούσαν στην περιοχή του Στρυμόνα. Ο Ηρόδοτος είναι ο πρώτος που αναφέρει την ύπαρξη μαντείου του Διονύσου κοντά στα ψηλότερα όρη της περιοχής. Η θέση του μαντείου έχει θεωρηθεί ότι βρίσκεται στο Παγγαίο, αν και άλλοι μελετητές το τοποθετούν σε βορειότερα βουνά της αρχαίας Θράκης. Τέλος, στον Ρήσο του Ευριπίδη (Ευρ. Ρησ. 970-973) γίνεται σαφής μνεία ενός λατρευτικού σπηλαίου του Διονύσου στο Παγγαίο.

     

     

    Οι αρχαιολόγοι Φώτης Γεωργιάδης, Αναστάσιος Σύρος, Γιάννης Κοκκωνίδης, Μιλτιάδης Μυτελέτσης και τα μέλη της Σπηλαιολογικής Ομάδας του ΕΟΣ Καβάλας, Θόδωρος Παπαποστόλου, Νίκος Σεμαλτιανός, που συμμετείχαν στην αποστολή, χαρτογράφησαν εκ νέου το σπήλαιο και τα θραύσματα των αρχαιολογικών ευρημάτων που συλλέχθηκαν μεταφέρθηκαν στην ΕΦΑ Παλαιοανθρωπολογίας/Σπηλαιολογίας, στις εγκαταστάσεις της Θεσσαλονίκης, για να καθαριστούν και να συντηρηθούν.

     

     

     

    Οι αρχαιοκάπηλοι αλωνίζουν στο… χρυσοφόρο Παγγαίο

     

    Οι αρχαιοκάπηλοι γνωρίζουν το σπήλαιο Αρκουδότρυπα και όπως φαίνεται το έχουν επισκεφτεί αρκετές φορές, καθώς έντονα είναι τα σημάδια λαθρανασκαφών, τόσο με παλαιότερους όσο και πιο πρόσφατους λαθρανασκαφικούς λάκκους.

     

    Γενικότερα το όρος Παγγαίο είναι αγαπημένος χώρος των αρχαιοκάπηλων, που αναζητούν εκεί… τον χρυσό του Φιλίππου και του Μεγαλέξανδρου.

     

    Με μπουλντόζες και βαριά σκαπτικά εργαλεία, με ανιχνευτές μετάλλων και γεννήτριες σκάβουν νυχθημερόν για να βρουν από χρυσά νομίσματα και κτερίσματα τάφων μέχρι λίρες από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

     

    Θρύλοι και ιστορίες από το παρελθόν συνοδεύουν το βουνό, ενώ οι αρχαιοκάπηλοι δεν διστάζουν να προκαλέσουν ανεπανόρθωτες καταστροφές. Όπως στην περίπτωση εκείνη που ισοπέδωσαν με μπουλντόζες αρχαίο οικισμό στη νότια πλευρά του Παγγαίου, στο ύψος του οικισμού Ακροβούνι, θεωρώντας ότι σε μεγάλο βάθος υπήρχε χρυσός από την αρχαιότητα. Ο συγκεκριμένος οικισμός ήταν επάνω στο πέρασμα που συνέδεε την Πιερία Κοιλάδα με τα Τενάγη των Φιλίππων, ως εκ τούτου ήταν σε ένα σημαντικό σημείο με αποτέλεσμα οι κάτοικοι του να αποθησαυρίζουν πλούτο, ενώ ήταν και ένας χώρος ιερός ανά τους αιώνες.

     

    Παράλληλα, απανωτά είναι τα περιστατικά με καταστροφές σε βραχογραφίες άνω από των 3.000 ετών. Οι λαθρανασκαφείς σβήνουν τις βραχογραφίες με συρματόβουρτσα, καθώς πιστεύουν πως είναι σημάδια που δείχνουν χάρτες και σημεία όπου υπάρχει χρυσός και δεν θέλουν να τις δουν άλλοι και να φτάσουν πρώτοι στον… κρυμμένο θησαυρό.

     

    *Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας/Σπηλαιολογίας, Γραφείο Θεσσαλονίκης και από τον ΕΟΣ Καβάλας.

     

    Πηγή: voria.gr


    Δημοσιεύτηκε στις

    Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.