Χρονόμετρο

    Εγκαταλειπόμενα και εύχομαι, άφθαρτα του Λευτέρη Αθανασιάδη – Του Θεόδωρου Α. Σπανέλη*

    Δημοσιεύτηκε στις

     

     

    Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας πως μπορούν να χωρέσουν κατ’ ελάχιστον 16 χρόνια ιστορίας; Λέω κατ΄ ελάχιστον, γιατί η σχέση του Λευτέρη Αθανασιάδη με την Ιστορία και κατ’ επέκταση με τον Τύπο, δεν ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου του 1982 και δεν τελείωσε στις 31 Δεκεμβρίου του 1998, αλλά συνεχίστηκε και μετά, μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του.

    Ποιά σχέση είναι αυτή που συνδέει την Ιστορία με τον Τύπο στο πρόσωπο του Λευτέρη Αθανασιάδη; Είναι η βαθιά πεποίθησή που είχε ότι ο Τύπος δεν είναι απλά και μόνο ένα εφήμερο εργαλείο, για την ενημέρωση του κόσμου, αλλά αποτελεί σε μια δεύτερη ανάγνωση, πρώτη ύλη για τον ιστορικό του μέλλοντος.

    Αν θέλει κάποιος να μελετήσει τα πεπραγμένα της πορείας του Λευτέρη Αθανασιάδη ως δημάρχου, αλλά και μετά ως πρώην δημάρχου, θα πρέπει να μελετήσει και τον Τύπο της εποχής.

    Ειλικρινά, δεν ξέρω αν θα πρέπει να ξεκινήσω την εξιστόρηση, από τις πράξεις του που σηματοδότησαν την σχέση του με την Ιστορία ή με τον Τύπο. Επιλέγω την τυχαία αναφορά γεγονότων, τα οποία από μόνα τους, κάπου θα μας οδηγήσουν.

    Ο Λευτέρης Αθανασιάδης είχε δύο  συνήθειες, η μία ήταν να μελετάει την Ιστορία και η άλλη να συνομιλεί με τους ανθρώπους του Τύπου. Τον θυμάμαι για πολλά χρόνια, πριν τον θάνατο του να μου τηλεφωνεί σχεδόν κάθε απόγευμα, γύρω στις 5.30 για να ρωτήσει «Τι παίζει σήμερα; Τι νέα έχουμε;» ή για να σχολιάσει ο ίδιος την επικαιρότητα και σχολίαζε σχεδόν  τα πάντα, με τον τρόπο αυτό θέλοντας και μη με επηρέαζε, δεν μπορούσα να μην συνυπολογίσω την γνώμη του στην τελική μου κρίση για τα γεγονότα. Μην ξεχνάμε ότι είχε την ικανότητα να τεκμηριώνει και να υποστυλώνει την γνώμη του με δυνατά επιχειρήματα. Τι ήταν όμως αυτό που του πρόσφερε τόση δύναμη;

    Το πρώτο είναι η βαθιά πολιτική του παιδεία, γνώρισε την πολιτική σκέψη και πράξη από πολύ μικρός και την εμπλούτισε στην πορεία και με την ενασχόληση του με την Ιστορία. Επί των ημερών του έγιναν βήματα, που  βλέποντας τα με την απόσταση που προσφέρει ο χρόνος, μοιάζουν με τεράστια άλματα. Είναι τόσα πολλά που αναρωτιέμαι από πού να ξεκινήσω;

    Νομίζω ότι η καλύτερη αρχή, είναι η προσπάθεια που έκανε να ανασυνθέσει το ιστορικό βάθος της πόλης. Επί των ημερών του, από τα πρώτα χρόνια της θητείας του, εργάζεται μεθοδικά σε δύο κατευθύνσεις, η πρώτη είναι να συγκεντρώσει υλικό για την ιστορία της πόλης. Για το σκοπό αυτό απευθύνεται στο Υπουργείο Εξωτερικών, στο Φόρεϊν Όφις στο Λονδίνο, στα ελληνικά αρχεία της Βενετίας και της Τεργέστης, αλλά και στα αρχεία της Βιέννης. Μάλιστα είχα την τύχη το 1985 να αναλάβω να μεταφέρω μια επιστολή του προς την διευθύντρια του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΒΕΝΕΤΙΑΣ.

    Όλη αυτή η προσπάθεια, άρχισε να αποδίδει προς τα τέλη της δεκαετίας του ’80 όπου και άρχισε η ταξινόμηση, η αρχειοθέτηση και η δημοσιοποίηση με εκθέσεις και εκδόσεις του υλικού που είχε συγκεντρωθεί. Παράλληλα, μεγάλη ήταν η ανταπόκριση των καβαλιωτών στο κάλεσμα του, άνοιξαν τα μπαούλα τους και πρόσφεραν φωτογραφίες και έγγραφα εμπλουτίζοντας το δημοτικό αρχείο. Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκε και η καταγραφή του αρχείου του Εργατικού Κέντρου Καβάλας, λίγα χρόνια αργότερα, το 1995.

    Σε δεύτερη κατεύθυνση έκανε κινήσεις μέσα στην πόλη, για να βοηθήσει όλους, κατοίκους και επισκέπτες, να κατανοήσουν την ταυτότητα και την ιστορία της. Ξεκίνησε από απλά πράγματα και πήγε στα πιο δύσκολα, τοποθέτησε ταμπέλες στις εισόδους της πόλης, με τα τρία ονόματα και τις αντίστοιχες χρονολογίες ονοματοδοσίας της, ΝΕΑΠΟΛΙΣ, ΧΡΙΣΤΟΥΠΟΛΙΣ, ΚΑΒΑΛΑ!!! Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο Δήμος Καβάλας οργάνωσε συνέδριο από τις 5 – 7 Οκτωβρίου του 1983 με τίτλο: ΝΕΑΠΟΛΙΣ, ΧΡΙΣΤΟΥΠΟΛΙΣ, ΚΑΒΑΛΑ, στο οποίο συμμετείχαν 25 καθηγητές από όλα τα πανεπιστήμια της χώρας. Στο ξεκίνημα της ίδιας χρονιάς, λίγους μήνες νωρίτερα, το Μάρτιο, φιλοξένησε εκδήλωση με τον πρόεδρο του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τράπεζας, θέμα, τι άλλο; Τα αρχεία!

    Δεν έχανε καμία ευκαιρία για να θυμίζει ότι οι Βούλγαροι κατακτητές έκαναν μεγάλα εγκλήματα σε βάρος της Καβάλας, το ένα ήταν η προσπάθεια αφελληνισμού του πληθυσμού με όλα τα μέσα, την βία, την πείνα και τον εκβιασμό. Ο Λευτέρης Αθανασιάδης εισήγαγε τον όρο «Βουλγαρογραμμένοι» για να δείξει ότι η συμπεριφορά ορισμένων καθορίζονταν από την θέση που πήραν απέναντι στον κατακτητή. Δεν παρέλειπε να αναφέρεται εν είδει μνημόσυνου και στην απώλεια των δύο αδελφάδων του πατέρα του, οι οποίες πνίγηκαν στην περιοχή του Στρυμόνα στην προσπάθεια τους να δραπετεύσουν από την βουλγαροκρατούμενη στην γερμανοκρατούμενη Ελλάδα. Μάλιστα όταν είχε έρθει μια βουλγάρικη αποστολή στην Καβάλα, κατέλυσαν σε ξενοδοχείο της πόλης, και ζήτησαν συνάντηση με το δήμαρχο Καβάλας Λευτέρη Αθανασιάδη, εκείνος δεν δέχθηκε να τους δεχθεί, αν πρώτα δεν κατέθεταν στεφάνι στο ηρώο της πόλης, ως ένδειξη συγγνώμης. Στεφάνι δεν κατατέθηκε και η συνάντηση δεν έγινε.

    Το άλλο μεγάλο έγκλημα ήταν ότι κατέστρεψαν ότι ελληνικό υπήρχε σε έντυπο, χάθηκαν βιβλία, χάθηκαν εφημερίδες και φυσικά το αρχείο της πόλης που το πήραν μαζί τους. Μάλιστα κάποια στιγμή μου αποκάλυψε ότι σε ταξίδια του στην Βουλγαρία ερεύνησε το θέμα του αρχείου, και με το ανάλογο μπαξίσι είχε μαζέψει πληροφορίες για το που βρίσκεται. Μου έδωσε πληροφορίες για το σημείο που είναι αποθηκευμένο το αρχείο της Καβάλας, την εποχή που έψαχνε κάποιον για να παίξει το ρόλο του ενδιαμέσου και να το αγοράσει για λογαριασμό της πόλης. Πολλές φορές τόσο στο δημοτικό συμβούλιο όσο και με δηλώσεις του στον τοπικό Τύπο, ζητούσε να αναλάβει ο Δήμος Καβάλας να καταγράψει τις ζωντανές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν την βουλγαρική κατοχή. Όταν απογοητεύτηκε, μού ζήτησε την βοήθεια μου και πρόθυμα προσφέρθηκε  η συνεργάτης μου Βίκυ Κυφωνίδου και κατέγραψαν  όσους προλάβαμε, καθώς η προσπάθεια διεκόπη από τον αιφνίδιο θάνατό του.

    Επίσης μέχρι το τέλος του, ζητούσε επίμονα, σε όλους τους τόνους και σε όλες τις κατευθύνσεις να υποχρεωθεί η Βουλγαρία να απαλείψει από το σύνταγμά της τον όρο «προσάρτηση» της Ανατολικής Μακεδονίας. Μάταια βέβαια.

    Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να διακόψω την αναφορά στις σχέσεις του με την Ιστορία και τον Τύπο για να συμπεριλάβω μια ακόμη θεώρηση που είχε για τα πράγματα, ιδιαίτερα κρίσιμη, που απόρρεε από την μελέτη της Ιστορίας. Η πολιτική του σκέψη είχε και μια έντονα γεωπολιτική διάσταση.

    Δεν έβλεπε την Καβάλα ως μια κουκίδα στον ελληνικό χάρτη αλλά ως μια μητρόπολη στο παγκόσμιο στερέωμα. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, όμως πάντα επιζητούσε να τοποθετήσει την Καβάλα στον Παγκόσμιο χάρτη. Τα πρώτα βήματα έγιναν από την δεκαετία του ’80 με την αναζήτηση αρχειακού υλικού σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις και συνεχίστηκε την δεκαετία του ’90, μετά την πτώση του Ανατολικού Μπλόκ με την αναζήτηση επαφών με τις πάλαι ποτέ ελληνικές αποικίες του βορά και της ανατολής.

    Στο σημείο αυτό, να θυμίσουμε το άνοιγμα στην Σερβία και την Βοσνία με την αδελφοποίηση με την πόλη της Γκράντισκα και την φιλοξενία των παιδιών μετά τον  πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας από καβαλιώτικες οικογένειες και τον Δήμο Καβάλας. Που να είναι άραγε αυτά τα παιδιά τώρα; Μήπως τα ήθελε ως πρεσβευτές της πόλης μας; ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ ΑΥΤΗ ΤΟ 1996 ΤΙΜΉΘΗΚΕ ΣΕ ΤΕΛΕΤΗ ΣΤΟ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΣΗΜΟ ΤΟΥ ΑΓ. ΣΑΒΒΑ.

    Να θυμίσουμε το άνοιγμα του γραφείου Τουριστικής Προβολής στον Κωνσταντινούπολη; Όπως έλεγε, ακόμη και το γεγονός ότι κυμάτιζε η ελληνική σημαία δίπλα στο Μισίρ Τσαρσί και το Yeni Cami ήταν κέρδος. Να θυμηθούμε πως υποδέχθηκε τους παλιννοστούντες από την Πρώην Σοβιετική Ένωση, ανοίγοντας το κτήριο της ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗ για την φιλοξενία τους και τα προγράμματα κοινωνικής ένταξης που εφάρμοσε. Σε όλα αυτά, πέρα από την ανθρωπιστική διάθεση, υπήρχε και η γεωπολιτική καθώς έβλεπε ότι όλοι αυτοί μετά από λίγα χρόνια θα είναι η γέφυρα της Καβάλας με τον Καύκασο. Ο Δήμος Καβάλας με τον Λευτέρη Αθανασιάδη, ήταν, μαζί με τον Δήμο Πειραιά και τον τότε δήμαρχο του Στέλιο Λογοθέτη, οι πρωτεργάτες για την ίδρυση της Λέσχης της Μαύρης Θάλασσας, φιλοδοξία του – που ακόμη δεν εκπληρώθηκε – να γίνει το λιμάνι της Καβάλας κρίκος στην αλυσίδα των λιμανιών του Εύξεινου Πόντου.

    Βαλκάνια, Μαύρη Θάλασσα και μετά κάθε σημείο του κόσμου όπου υπήρχαν καβαλιώτες. Πως; Μα οργανώνοντας τους καβαλιώτες της διασποράς, από την Γερμανία μέχρι την Αμερική και από εκεί μέχρι την Αυστραλία. Το αρχείο του Δήμου Καβάλας με τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των απόδημων καβαλιωτών  απ’ όλο τον κόσμο, αναρωτιέμαι αν υπάρχει σήμερα, αν είναι ενημερωμένο και αν το αξιοποιεί κάποιος προς αυτή την κατεύθυνση, όπως επίσης αν έχει μείνει κάτι πέρα από τις φωτογραφίες από τις βραδιές που ήταν αφιερωμένες στους καβαλιώτες μετανάστες.

    Για τις αναλύσεις του για την Τουρκία, τα Βαλκάνια, τη Ρωσία  και γενικότερα τον ευρύτερο ζωτικό μας χώρο δεν θα αναφερθώ γιατί υπάρχει πρόβλημα χρόνου, τα αφήνω για άλλη ευκαιρία.

    Ωστόσο δεν μπορώ να παραλείψω ότι ένα απόγευμα του 2008, εκεί γύρω στις 5.30 στην καθιερωμένη τηλεφωνική μας συνάντηση, μου εξηγούσε γιατί το ΕΥΡΩ δεν θα αντέξει τη θύελλα που έρχεται και μέχρι το 2015 δεν θα υπάρχει!!! Δεν ξέρω αν αυτή θα είναι η εξέλιξή, αλλά σίγουρα είναι κοντά στις δυσκολίες που περνάει το κοινό μας νόμισμα, έως σήμερα. Το σημειώνω, όχι για να του προδώσω μαντικές ικανότητες αλλά για να υπογραμμίσω την αναλυτική και διορατική του σκέψη.

    Θέλω να επανέλθω στα εδώ ζητήματα Ιστορίας, και τις πρωτοβουλίες που πήρε και άλλαξαν την εικόνα της πόλης. Θα μιλήσω για τα «πέτρινα μνημεία» του παρελθόντος, τα κτήρια που αγόρασε ή ανακαίνισε ο Δήμος Καβάλας επί των ημερών του Λευτέρη Αθανασιάδη και σήμερα κοσμούν την πόλη. Το σπίτι της οικογένειας Γρηγοριάδη, το σημερινό Δημοτικό Ωδείο που αρχικά προορίζονταν για Κέντρο Νεότητας. Επίσης είχε βάλει στόχο, να αποκτήσει ο Δήμος Καβάλας και το διπλανό κτήριο από την εταιρία Μάρμαρα Καβάλας, χωρίς να το καταφέρει. Κτήριο που σήμερα ρημάζει.

    Να θυμίσω την ανακαίνιση του κτηρίου του Δημοτικού Μουσείο, στην οδό Φιλίππου, μετά την παραχώρησή του προς το Δήμο Καβάλας από την τότε υπουργό πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη, μετά από αίτημα του Λευτέρη Αθανασιάδη;

    Θυμάμαι ακόμη τον περιπετειώδη τρόπο με τον οποίο περιήλθε στον Δήμο Καβάλας το δημαρχείο Β ’ – το κίτρινο κτήριο της οικογένειας ΠΕΤΡΙΔΗ -, το οποίο στεγάζει σήμερα την τεχνική υπηρεσία.

    Μπορώ άραγε να παραλείψω την λειτουργική κατάληψη της Μεγάλης Λέσχης το 1984, ως έσχατο μέσο για να περιέλθει, τουλάχιστον η χρήση της, στον Δήμο Καβάλας και κατ’ επέκταση σε όλους τους καβαλιώτες ως δημοτική βιβλιοθήκη;

    Ο Δήμος Καβάλας ανακαίνισε και έσωσε το κτήριο στην Παναγία, που στέγαζε την υποδιοίκηση Χωροφυλακής, ιδιοκτησίας του 5ου Γυμνασίου, εκεί που στεγάστηκε το δημοτικό ραδιόφωνο στο ξεκίνημα του. Επί των ημερών του ξεκίνησε η διαδικασία για την ανακαίνιση της δημοτικής καπναποθήκης, κτήριο που ακόμη δεν έχει παραδοθεί πλήρως, προς χρήση.

    Επίσης δεν παρέλειψε να τοποθετήσει πινακίδα στο κτήριο του 5ου Γυμνασίου για να μάθουν όλοι, ότι εκεί ήταν η Βουλγαρική Οχράνα, τόπος μαρτυρίου για πολλούς πατριώτες. Παράλληλα με αυτά, πλήθος εκδόσεων και εκθέσεων του Δήμου Καβάλας προσέφεραν πολύτιμο υλικό για την ανασύνθεση του ιστορικού παρελθόντος της πόλης μας.

    Από τα κορυφαία έργα της δικής του περιόδου, με την ιστορική διάσταση, είναι η κατασκευή της πλατεία Καπνεργάτη και η τοποθέτηση του αγάλματος, ενός μοναδικού μνημείου στο πανελλήνιο για τους αγώνες των καπνεργατών. Μια πλατεία ηρώων , από την οποία περνάμε καθημερινά και «σκουντουφλάμε» επάνω σε ονόματα μαρτύρων που δεν γνωρίζουμε, όπως σημειώνει με πίκρα η Ευθυμία Πέγιου. Στο σημείο αυτό δεν μπορώ να μην θυμίσω την εξαιρετική συνεργασία του με τον αείμνηστο Γεώργιο Πέγιο για να γίνουν όλα αυτά.

    Λίγα χρόνια αργότερα, την προσπάθεια για την εκτύπωση και διανομή της Σύνοψης της Καβαλιώτικης Ιστορία του Κων/νου Χιόνη, το 1994 σε όλα τα σχολεία.

    Στις αρχές του 1990 αναλάβαμε με εντολή του Λευτέρη Αθανασιάδη, μια ομάδα ανθρώπων με αγάπη στην Ιστορία (οι Νίκος Τσουμπάκης, Στέλιος Σφλακίδης και Δημήτρης Βερβερίδης), την καταγραφή των ονομάτων των καβαλιωτών που πολέμησαν στο αλβανικό μέτωπο, με ιδιαίτερη αναφορά σε όσους έπεσαν μαχόμενοι στα βουνά της Αλβανίας και τα λείψανά τους είναι ακόμη εκεί. Το αποτέλεσμα της έρευνας εκδόθηκε σε ένα βιβλίο και το καλοκαίρι εκείνη της χρονιάς στα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, οι επιζώντες ή οι απόγονοί τους, έλαβαν ένα παράσημο και μια βεβαίωση με την υπογραφή του δημάρχου της πόλης.

    Επί των ημερών του Λευτέρη Αθανασιάδη τα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ απόκτησαν υπόσταση, εμπλουτίστηκαν με  ουσιαστικό περιεχόμενο με δεκάδες εκδηλώσεις. Εκδόσεις, διαλέξεις, εκθέσεις ιστορικού υλικού εμπλούτισαν μαζί με τις πολιτιστικές εκδηλώσεις τον εορτασμό για την απελευθέρωση της πόλης.

    Ο Λευτέρης Αθανασιάδης προσπαθούσε να έχει μια συνεχή και στενή σχέση με τον τοπικό Τύπο, ήξερε την δύναμη του Τύπου στο σήμερα και το Αύριο, γι’ αυτό φρόντιζε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να καλλιεργεί αυτή τη σχέση για να μπορεί να προβάλλεται το έργο του. Για να το πετύχει αυτό, φρόντιζε πάντα να δίνει πετυχημένες συνεντεύξεις, είτε αυτές ήταν Συνεντεύξεις Τύπου ή σε κάποιο έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο. Μιλούσε όταν είχε κάτι σημαντικό να πει και το είχε σχεδόν πάντα. Γι’ αυτό και την επομένη, όλοι αφιέρωναν χώρο και χρόνο για να σχολιάσουν τις δηλώσεις του.

    Πολλές φορές ως δήμαρχος, το βραδάκι περνούσε από τις εφημερίδες για να πάρει μια ιδέα για το τι θα γράψουν για την επόμενη ημέρα ή ακόμη και για να υπαγορεύσει όπου είχε περιθώρια τίτλους και σχόλια.

    Το 1990 μου ανέθεσε να οργανώσω το Δημοτικό Ραδιόφωνο, όπως και έγινε, ήταν ένα εξαιρετικά πετυχημένο βήμα που πολεμήθηκε λυσσαλέα από την τότε αντιπολίτευση. Ως διευθυντής του δημοτικού ραδιοφώνου πολλές φορές ήμουν υποχρεωμένος να τηρώ την δεοντολογία, χωρίς να αδικώ την φωνή της αντιπολίτευσης αλλά και τον συνεχώς απαιτητικό Λευτέρη Αθανασιάδη. Μέχρι που ήρθε η σύγκρουση, όχι όμως επειδή πριμοδότησα κάποιον πολιτικό του αντίπαλο…

    Από τις αρχές της δεκαετία του ’90 είχαν διαρραγεί οι στενές προσωπικές και πολιτικές σχέσεις του Λευτέρη Αθανασιάδη με το εκδοτικό συγκρότημα της ΠΡΩΙΝΗΣ και προσωπικά με τον τότε εκδότη της Μανώλη Γενικόπουλο.

    Και οι δύο πλευρές έφτασαν συχνά στην υπερβολή των χαρακτηρισμών και των επιθέσεων, οι φωνές ψυχραιμίας που υπήρχαν και από τα δύο στρατόπεδα δεν ήταν ικανές να τους ηρεμίσουν. Επεισόδια αυτής της σφοδρής αντιπαράθεσης γράφτηκαν σε πρωτοσέλιδα, σε συνεντεύξεις Τύπου και φυσικά στις αίθουσες των δικαστηρίων.

    Ως διευθυντής του δημοτικού ραδιοφώνου βρέθηκα εν μέσω διασταυρωμένων πυρών λόγω αυτής της μεταξύ τους αντιπαράθεσης, το αποτέλεσμα ήταν η διακοπή της συνεργασίας μας, μετά από ένα δικό του ξέσπασμα και της δικής μου παραίτησης από τον Δήμο Καβάλας. Μπορούσα πλέον χωρίς κανένα περιορισμό, να αρθρογραφώ και να διατυπώνω την προσωπική μου άποψη, άλλοτε θετική και άλλοτε σκληρή, πολύ σκληρή, ίσως κάποια στιγμή και άδικη. Παράπονα, μου διατύπωνε πολλά, αλλά ποτέ δεν είχε ρωτήσει το γιατί. Χρόνια μετά, αφού αποκαταστάθηκαν οι μεταξύ μας σχέσεις, δεν μιλήσαμε ποτέ για εκείνο το γεγονός.

    Θα αναρωτιέστε γιατί αναφέρομαι τώρα στην προσωπική μου ιστορία, όταν το θέμα είναι γενικότερα οι σχέσεις του με τον Τύπο. Το κάνω για να μην αναγκαστώ να αναφέρω περιστατικά που μπορεί να πικράνουν άλλους συναδέλφους και τα οποία είναι απαραίτητα για να περιγράψω τα κίνητρα των  επιθέσεων που δέχονταν από πολλούς. Με άλλους συναδέλφους έφτασε μέχρι τα δικαστήρια, μετά από μηνύσεις που υπέβαλε, επί προσωπικού.

     

    Στις εκλογές του 1998 που έχασε κάτω από τις γνωστές συνθήκες, ήμουν απέναντι, ωστόσο ένα μήνα πριν τις εκλογές πήγα και τον είδα και κάναμε μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στο «Χ». Τα πιο σημαντικά ήταν αυτά που δεν γράφτηκαν, ήταν τα βαθιά ανθρώπινα που ειπώθηκαν, από έναν άνθρωπο εξαιρετικής ευφυΐας και σπάνιας πολιτικής οξυδέρκειας, ο οποίος όμως δεν μπόρεσε να παλέψει τα πάθη του. Έφυγα με την εικόνα ενός ήρωα τραγωδίας που είχε φτάσει στα έσχατα όριά του.

    Μετά την ήττα του, ήταν εκτός πολιτικού νυμφώνος αλλά ενεργώς πολιτικά. Διεκδικούσε πιεστικά μια πολιτική θέση για να κλείσει την πολιτική του καριέρα, μέχρι και το 2010, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Το κόμμα του που το υπηρέτησε με αυταπάρνηση δεν του έδωσε την ευκαιρία αυτή και ούκ ολίγες φορές και αυτός βρέθηκε απέναντί του. Δεν ξέρω αν αυτός που έχασε ήταν μόνο ο Λευτέρης Αθανασιάδης.

    Τον είδα, το πρωί της τελευταίας ημέρας της ζωή του στην πλατεία, εκείνη την κρύα ημέρα του Δεκεμβρίου. Εκεί, έκανε αυτό που του πρόσφερε μεγάλη ικανοποίηση, μιλούσε με τους καβαλιώτες.

    Εκεί στην πλατεία, εκεί που γνώρισε τους πιο μεγάλους θριάμβους της πολιτικής του πορείας, εκεί έζησε και την τελευταία του ημέρα. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς να μιλάει με τους καβαλιώτες, στις γειτονιές, στις πλατείες, στους καφενέδες. Η αγάπη του για την πόλη ήταν ο οδηγός του για ότι έκανε.

    Κλείνοντας, αναρωτιέμαι για την τύχη του ιστορικού αρχείου του Δήμου Καβάλας που συγκέντρωσε. Απ΄ όσο μαθαίνω είναι αποθηκευμένο, αλλά κανείς δεν γνωρίζει σε τι κατάσταση βρίσκεται.

    Τέλος νομίζω ότι από τους σημερινούς ομιλητές απουσιάζει ένα πρόσωπο το οποίο λόγω θέσης είχε συνολική επόπτευση των 16 χρόνων δημαρχιακής θητείας του Λευτέρη Αθανασιάδη. Το πρόσωπο αυτό είναι η Βάσω Καρασάββα η οποία πρόσφερε και έζησε πολλά δίπλα του και έχει να πει πολλά. Το μόνο που μπορώ να κάνω αυτή τη στιγμή είναι να την ευχαριστήσω για την απλόχερη βοήθεια της.

    Εν κατακλείδι, θα άξιζε να βρεθούν κάποιοι να ασχοληθούν με τα έργα και τις ημέρες των 16χρόνων της δημαρχιακής θητείας του Λευτέρη Αθανασιάδη, το αποτέλεσμα θα έχει να προσφέρει πλούσιο υλικό για τους ηγήτορες του μέλλοντος. Αιωνία του η μνήμη.

     

    *Είναι η ομιλία που έγινε στο πολιτικό μνημόσυνο που διοργάνωσε ο Δήμος Καβάλας

     


    Δημοσιεύτηκε στις 0

    Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.