Χρονόμετρο

    Η ΚΑΒΑΛΑ ΣΤΑ 1897: Η Καβάλα έτσι όπως δεν την γνωρίσαμε

    Δημοσιεύτηκε στις

    Το έτος 1897 εκδόθηκε στο Λονδίνο το σύγγραμμα της Mary Adelaide Walker, με τίτλο «Old tracks and new landmarks». Στο έργο της αυτό, η συγγραφέας  περιγράφει με τρόπο απαράμιλλο την άφιξή της στην Καβάλα, η αξία όμως της λογοτεχνικής περιγραφής της έγκειται κυρίως στον τρόπο που αυτή περιγράφει λεπτομερώς την Εγνατία οδό, καθώς αυτή διέρχεται από την πόλη:

    Στη διάρκεια του απογεύματος  αγκυροβολήσαμε μπροστά στην Καβάλλα, την αρχαία Νεάπολη, στην οποία αποβιβάστηκε ο Άγιος Παύλος, κατευθυνόμενος από την Τρωάδα προς τους Φιλίππους και την Θεσσαλονίκη.

    Η θέα της πόλης είναι εντυπωσιακή, έτσι όπως αυτή στέκεται κυριαρχικά πάνω σ’ έναν εξέχοντα, βραχώδη όγκο, ο οποίος ανυψώνεται απότομα από τη θάλασσα. Στα μισά αυτού του όγκου,  μια μακρά σειρά από λευκά κτίρια με κιονοστοιχίες, θόλους και μιναρέδες, αποτελούν το τουρκικό καθίδρυμα, το οποίο ιδρύθηκε από τον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, που καταγόταν από αυτόν τον τόπο.   Στην κορυφή υψώνεται το κάστρο, με τους στρογγυλούς και τετράγωνους πύργους του. Ένα ισχυρό τείχος, προφανώς Σαρακήνικο, περιβάλλει την πόλη και σε μικρή απόσταση πιο πίσω, ένα θαυμάσιο υδραγωγείο, ρωμαϊκής τεχνοτροπίας, το οποίο διατηρείται ακόμη σε καλή κατάσταση, συνδέει την Καβάλλα με τα γειτονικά βουνά.

    Όλη αυτή η έκταση, που φαίνεται από το παράθυρο του βρετανικού υποπροξενείου, είναι εξαιρετικά άγρια κι άγονη: Όγκοι γρανίτη, εδώ κι εκεί καλυμμένοι με χαμηλούς θάμνους. Εδώ κι εκεί κάποιο καχεκτικό δένδρο. Δυο μεμονωμένοι πύργοι – παρατηρητήρια. Τα γκρεμισμένα απομεινάρια ενός ρωμαϊκού τείχους. Μέσα σ’ αυτό το βλοσυρό τοπίο, μοιάζουν αυτά τα απομεινάρια σαν να μην έχουν αλλάξει, από τότε που ο άλλοτε ειδωλολάτρης, άγιος Απόστολος, με το ραβδί του στο χέρι, ξεκίνησε την κοπιαστική ανάβασή του σ’ αυτή την ανεμοδαρμένη (γυμνή) βουνοκορφή, ακολουθώντας την φημισμένη, ρωμαϊκή οδό, την Εγνατία, στην πορεία του προς τους Φιλίππους. Στη μια πλευρά αυτής της βουνοκορφής θεωρείται ότι είχε εγκατασταθεί το στρατόπεδο του Βρούτου και του Κάσσιου,  πριν τη μάχη των Φιλίππων, (42 π.Χ.), η οποία έληξε τόσο μοιραία και για τους δυο.

    Καθόμουν γι’ αρκετή ώρα κι αγνάντευα αυτή την αρχαία οδική αρτηρία, η οποία ακολουθεί την χαριτωμένη καμπύλη του κόλπου, εκείθε από το κύριο τέμενος της πόλης, με τον άσπρο σαν το χιόνι μιναρέ του και το γιγάντιο πλατάνι του, για να στραφεί στη συνέχεια προς το βραχώδες ύψωμα και  να εξαφανισθεί, ελισσόμενη  γύρω από το πρώτο αντέρεισμα. Πιο ελαφρά και πιο ψηλά, στην επόμενη προεξοχή του βουνού, την εντοπίζει κανείς και πάλι, ανώμαλη (πλέον) και κατεστραμμένη. Βυθίζεται σ’ ένα βαθύ χάσμα και χάνεται. Όχι, όμως! Υπάρχει μια ασημένια γραμμή, που σβήνει σιγά σιγά, μέσα στη θολή θαμπάδα εκείνης  της μακρινής κορφής και, καθώς το μάτι παλεύει ν’ ακολουθήσει αυτή τη φημισμένη, ορεινή οδό, η φαντασία πετάει πίσω, στα δύο σπουδαία γεγονότα, με τα οποία , αυτή η οδός προς τους Φιλίππους συνδέθηκε για πάντα, σ’ εκείνους τους μακρινούς αιώνες ….»

    Το συγκεκριμένο σκίτσο της Καβάλα συνοδεύει το κείμενο του βιβλίου

    Το τέμενος και ο μιναρές δεν έχουν σχέση μαζί της. Πάνω σ’ αυτή την οδική αρτηρία, ένας εντυπωσιακός στρατός από σιδερόφρακτους στρατιώτες, που κρατούν ψηλά τον υπερήφανο αετό της Ρώμης, αστράφτοντας και λαμποκοπώντας στο λαμπρό φως του ήλιου καθώς βαδίζουν, όντας  βέβαιοι για τη νίκη, προς το στρατόπεδό τους, ψηλά στη ράχη του βουνού. Είναι οι αυστηροί ακόλουθοι ακόμη αυστηρότερων ηγετών και δίνουν μάχη για την παγκόσμια αυτοκρατορία. Μέσα σε λίγες μέρες αυτή η μάχη, που συγκλόνισε συθέμελα τον πολιτισμό, θα πάψει και  η σιωπή θα καταλάβει το καταθλιπτικό πεδίο της μάχης, που βρίσκεται πίσω απ’ αυτό το ορεινό πέρασμα.

    Ένα αιώνας έχει σχεδόν περάσει από τότε. Γι’ άλλη μια φορά, μια μικρή ομάδα ανθρώπων πορεύεται με κόπο πάνω στις σκληρές πέτρες κι αρχίσει ν’ ανεβαίνει την πετρόχτιστη οδό. Την απαρτίζουν ταπεινοί άνθρωποι, που φορούν ταπεινά ρούχα κι έρχονται από τις απέναντι ακτές της Ασίας. Δεν μεταφέρουν κανέναν αστραφτερό αετό, ούτε όπλα φτιαγμένα από χέρια ανθρώπων, αλλά, παρόλα αυτά είναι μαχητές, είναι κατακτητές, εν ονόματι του Παντοδύναμου Κυρίου τους. Ο αρχηγός αυτής της μικρής ομάδας κρατάει στο χέρι του ένα ταξιδιωτικό ραβδί, που βοηθάει τα κουρασμένα πόδια του να πορευτούν ολοένα και πιο ψηλά. Κι όμως, η σφραγίδα του Χριστιανού μάρτυρα είναι κιόλας χαραγμένη πάνω στο σκεφτικό μέτωπό του και φέρνει στην βυθισμένη στην αμάθεια Ευρώπη ένα ευγενικό, αν και ακόμη ακατανόητο φως. Η κραυγή από την σκυθρωπή Μακεδονία έφθασε με τρόπο μυστηριακό στ’ αυτιά του, εκεί, στην μακρινή ακτή της Τρωάδος κι αυτός βιάζεται πια να φέρει στους πράους ανθρώπους αυτή την ουράνια φλόγα, το παντοδύναμο φως του Ευαγγελίου.

    Η οπτική ψευδαίσθηση έχει πια χαθεί. Η ολόχρυση δύση ρίχνει μακριές σκιές πάνω στον ελαφρό κυματισμό του γαλανού, Αιγαίου πελάγους. Στον αμυδρό, ομιχλώδη ορίζοντα, ένα πανύψηλο, μαγευτικό σχήμα, η αγέρωχη, μαρμάρινη σιλουέτα του Άθωνα, του Αγίου Όρους, αστράφτει από τα τελευταία αγγίγματα της χρυσής δόξας, την ίδια ώρα που, από την άλλη πλευρά, η Θάσος  με τα πλούσια δάση, στην άλλη άκρη του πέλαγου, στέλνει σκοτεινές αντανακλάσεις πέρα μακριά στον υδάτινο καθρέφτη και γεμίζει την ελαφρά, βραδινή αύρα με το υπέροχο άρωμα των πεύκων της….

    ΘΟΔΩΡΟΣ Δ. ΛΥΜΠΕΡΑΚΗΣ


    Δημοσιεύτηκε στις 0

    Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.