Χρονόμετρο

    Μήνυμα για το νέο εκκλησιαστικό έτος

    Δημοσιεύτηκε στις

    +ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ

    ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

    ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

    ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ

    ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ

    ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

    Αδελφοί και τέκνα έν Κυρίω,

    Χάριτι Θεοΰ είσερχόμεθα σήμερον εις τό νέον έκκλησιαστικόν έτος, συνεχίζοντες «δια τοΰ άγαπήσαντος ήμάς»1 συμμαρτυρεΐν και λόγον διδόναι «περί της έν ήμΐν έλπίδος»2, ζώντες έν ‘Εκκλησία, έν Χριστώ και κατά Χριστόν, ό Όποιος έπηγγείλατο νά είναι μαζί μας «πάσας τάς ημέρας έως της συντελείας του αιώνος»3.

    Παρήλθον εικοσιοκτώ έτη άπό την, συνοδική άποφάσει, καθιέρωσιν ύπό τοΰ Οικουμενικού Πατριαρχείου, της έορτης της Ίνδίκτου ώς «Ημέρας προστασίας τοΰ περιβάλλοντος», κατά την οποίαν έν τω Ίερώ Κέντρω της Ορθοδοξίας αναπέμπονται εύχαι και ίκεσίαι «ύπέρ της όλης δημιουργίας». Ή σχετική πατριαρχική έγκύκλιος έκάλεσε σύμπαντα τον όρθόδοξον καί τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, όπως άναπέμπη κατά τήν ήμέραν αύτήν εύχαριστηρίους δεήσεις προς τον Κτίστην τών όλων διά τό «μέγα δώρον της Δημιουργίας»4 και ικεσίας διά τήν προστασίαν αύτής.

    Έκφράζομεν τήν χαράν και τήν ϊκανοποίησιν της ήμετέρας Μετριότητος διά τήν άπήχησιν και τήν πλουσίαν καρποφορίαν της έν λόγω πρωτοβουλίας της Κωνσταντινουπολίτιδος ‘Εκκλησίας. Άνεδείξαμεν τάς πνευματικός ρίζας της οικολογικής κρίσεως και τήν άνάγκην μετα-νοίας και έπανιεραρχήσεως τών άξιών τοΰ συγχρόνου άνθρώπου. Έβεβαιώθη, ότι ή έκμετάλλευσις και ή καταστροφή της κτίσεως αποτελούν διαστρέβλωσιν κα] κακήν άλλοίωσιν τοΰ χριστιανικού ήθους και όχι άναγκαίαν συνέπειαν της βιβλικής έντολής «αύξάνεσθε κα] πληθύνεσθε…»5, ότι ή άντιοικολογική συμπεριφορά είναι προσβολή τοΰ Δημιουργού και άθέτησις τών έντολών Του, και ότι λειτουργεί κατά του άληθοΰς προορισμού τοΰ άνθρώπου. Δεν είναι δυνατόν νά ύπάρξη βιώσιμος άνάπτυξις είς βάρος τών πνευματικών άξιών και τοΰ φυσικού περιβάλλοντος.

    Ή Αγία τοΰ Χριστού Μεγάλη ‘Εκκλησία προέβαλε και προβάλλει τό οίκοφιλικόν δυναμικόν της ‘Ορθοδόξου ήμών πίστεως, άναδεικνύουσα τήν εύχαριστιακήν χρήσιν της κτίσεως, τήν λειτουργίαν τοΰ πιστού ώς «ιερέως» τής Δημιουργίας, ό όποίος αδιαλείπτως άναφέρει αύτήν είς τον Κτίστην τών άπάντων, και τήν άνυπέρβλητον άξίαν τοΰ άσκητικου πνεύματος, ώς αντιδότου κατά τοΰ συγχρόνου εύδαιμονισμοΰ. Όντως, ό σεβασμός τής δημιουργίας άνήκει είς τον πυρήνα τής ορθοδόξου παραδόσεως.

    Προκαλεί ίδιαιτέραν άνησυχίαν τό γεγονός ότι, ένώ είναι βέβαιον ότι ή οικολογική κρίσις συνεχώς επιτείνεται, ή άνθρωπότης, έν ονόματι τής οικονομικής άναπτύξεως κα] τών τεχνολογικών έφαρμογών, κωφεύει είς τάς πανταχόθεν έκκλήσεις προς ριζικήν άλλαγήν συμπεριφοράς άπέναντι είς τήν κτίσιν. Είναι προφανές ότι ή προϊούσα άλλοίωσις τοΰ φυσικού περιβάλλοντος άποτελεϊ συνέπειαν ενός συγκεκριμένου προτύπου οικονομικής άναπτύξεως, τό όποιον άδιαφορεϊ διά τάς άντιοικολογικάς έπιπτώσεις του. Τά βραχυπρόθεσμα όφέλη άπό τήν άνοδον τοΰ βιοτικού έπιπέδου εϊς ώρισμένας περιοχάς τής ύφηλίου, άπλώς έπικαλύπτουν την άλογίαν της έκμεταλλεύσεως και συλήσεως της δημιουργίας. Ή οικονομική δραστηριότης, ή όποία δεν σέβεται τον οίκον της ζωής, είναι οίκο-ανομία και δχι οίκο-νομία. Ό άκρατος οικονομισμός της παγκοσμιοποιήσεως συμπορεύεται σήμερον με τήν αλματώδη άνάπτυξιν της έπιστήμης και της τεχνολογίας, ή όποία, παρά τα πολλά εύεργετήματά της, συνοδεύεται άπό έπαρσιν έναντι της φύσεως κα] όδηγεΤ είς ποικιλομόρφους έκμεταλλεύσεις αύτής. Ό σύγχρονος άνθρωπος γνωρίζει, άλλά δρα ώς νά μή έγνώριζε. Γνωρίζει ότι ή φύσις δεν αύτοανακαινίζεται είς τό διηνεκές, άδιαφορεϊ όμως δια τάς άρνητικάς συνεπείας τοΰ «τεχνοπωλίου» δια τό περιβάλλον. Αύτό τό όντως έκρηκτικόν μίγμα τοΰ άκράτου οικονομισμού και τοΰ έπιστημονισμοΰ, ήτοι τής απεριορίστου έμπιστοσύνης είς τήν δύναμιν της έπιστήμης και τής τεχνολογίας, έπιτείνει τούς κινδύνους δια τήν άκεραιότητα τής δημιουργίας και διά τον άνθρωπον.

    Ή Αγία και Μεγάλη Σύνοδος τής ‘Ορθοδόξου ‘Εκκλησίας, σοφώς και σαφώς κατωνόμασε τούς κινδύνους τής «ίδιονομίας τής οικονομίας», τής αύτονομήσεως αύτής άπό τάς ζωτικάς άνάγκας τοΰ άνθρώπου, αΐ όποΐαι ύπηρετοΰνται μόνον έντός βιώσιμου φυσικού περιβάλλοντος, κα! προέτεινε μίαν οίκονομίαν «τεθεμελιωμένην είς τάς αρχάς τοΰ Εύαγγελίου»6 και τήν άντιμετώπισιν του συγχρόνου οίκολογικοΰ προβλήματος «έπ] τή βάσει τών άρχών τής χριστιανικής παραδόσεως»7. Ή παράδοσις τής ‘Εκκλησίας άπαιτεΐ, ένώπιον τών συγχρόνων απειλών, «ριζικήν άλλαγήν νοοτροπίας και συμπεριφοράς» άπέναντι είς τήν κτίσιν, πνεύμα άσκητισμοΰ, «όλιγαρκείας και έγκρατείας»8, έναντι τής «άπληστίας»9, τής «θεοποιήσεως τών άναγκών και τής κτητικής στάσεως»10. Ή Αγία και Μεγάλη Σύνοδος άνεφέρθη μετ’ έμφάσεως και είς τάς «κοινωνικός διαστάσεις και τάς τραγικός έπιπτώσεις τής καταστροφής τοΰ φυσικού περιβάλλοντος»11.

    Άκολουθοΰντες τάς άποφάσεις τής Συνόδου ταύτης, ύπογραμμίζομεν, είς τήν παροΰσαν έγκύκλιόν μας, τήν στενήν συνάφειαν τών περιβαλλοντικών κα] τών κοινωνικών προβλημάτων και τήν κοινήν ρίζαν αύτών έν τή χωρίς Θεόν «άφρονι καρδία», έν τή πτώσει και άμαρτία, έν τή κακή χρήσει τής θεοσδότου έλευθερίας τοΰ άνθρώπου. Τής καταστροφής τής φύσεως και τής κοινωνίας προηγείται πάντοτε μία έσωτερική «άνατροπή τών άξιών», μία πνευματική κα] ήθική καταστροφή. Όταν τό έχειν κυριεύση τον νοΰν και τήν καρδίαν μας, τότε ή στάσις μας τόσον έναντι τοΰ συνανθρώπου, όσον και προς τήν κτίσιν, είναι άναποφεύκτως κτητική και άνοίκειος. Τό «σαπρόν δένδρον» ποιεί, κατά τό Βιβλικόν, πάντοτε «καρπούς πονηρούς»12.

    Τονίζομεν, αντιστοίχως, ότι και ό σεβασμός προς τήν κτίσιν και προς τον άνθρωπον έχουν τήν αύτήν πνευματικήν πηγήν και άφετηρίαν, τήν έν Χριστώ δηλαδή άνακαίνισιν τοΰ άνθρώπου και τήν κεχαριτωμένην έλευθερίαν του. Ώς ή καταστροφή τοΰ περιβάλλοντος κα! ή κοινωνική άδικία συμπορεύονται, έτσι κα) ή οίκοφιλική συμπεριφορά κα] ή κοινωνική άλληλεγγύη είναι άδιαίρετοι.

    Είναι αύτονόητον, ότι διά τήν άντιμετώπισιν τής συγχρόνου πολυδιαστάτου κρίσεως του άνθρώπου, τοΰ πολιτισμού του και τοΰ οίκου του, άπαιτεϊται πολύπλευρος κινητοποίησις κα] κοινή προσπάθεια. Όπως όλα τά μεγάλα προβλήματα, ούτω και αΐ σοβοΰσαι άλληλοπεριχωρούμεναι κρίσεις τοΰ φυσικοΰ περιβάλλοντος και τής κοινωνίας, είναι αδύνατον νά άντιμετωπισθοΰν χωρίς τήν διαχριστιανικήν καϊ διαθρησκειακήν συνεργασίαν. Ό διάλογος είναι έδώ πρόσφορος χώρος διά νά άναδειχθουν αΐ ύπάρχουσαι οίκοφιλικαϊ και κοινωνικά] παραδόσεις, διά οίκολογικήν και κοινωνικήν εύαισθητοποίησιν, καθώς κα] διά έποικοδομητικήν κριτικήν τής άποκλειστικώς τεχνολογικής και οικονομικής προόδου καί των ατομοκεντρικών κα] κοινωνιοκρατικών προτύπων, είς βάρος τής κτίσεως και τοΰ πολιτισμού τοΰ προσώπου.

    Κατακλείοντες, ύπογραμμίζομεν κα] πάλιν τό άδιαίρετον τοΰ σεβασμού προς την δημιουργίαν και προς τό άνθρώπινον πρόσωπον, καλοΰμεν πάντας τούς άνθρώπους καλής θελήσεως είς τον καλόν άγώνα διά τήν προστασίαν τοΰ φυσικού περιβάλλοντος και την έδραίωσιν τής άλληλεγγύης, και δεόμεθα προς τον όγαθοδότην Κύριον, πρεσβείαις της Παναγίας τής Παμμακαρίστου, νά χαρίζπ είς τά τέκνα αύτοΰ «καΰσιν καρδίας ύπέρ πάσης της κτίσεως»13 κα] «παροξυσμόν άγάπης κα] καλών έργων»14.

    ,βιζ’ Σεπτεμβρίου α’

    Ό Κωνσταντινουπόλεως

    διάπυρος προς Θεόν εύχέτης πάντων ύμών

     

     

     

     

     

     

    1              Ρωμ. η’, 38

    2              πρβλ. Α’ Πέτρ. γ’, 15

    3              Ματθ. κη’, 20

    4              ‘Εγκύκλιος έπϊ Tfj έορτη της Ίνδίκτου, 1/9/1989

    5              Γεν. α\ 22

    6            Εγκύκλιος, §15

    7              ό. ττ„ §15

    8              Ή Αποστολή τής ‘Ορθοδόξου ‘Εκκλησίας είς τον σύγχρονον κόσμον, §10

    9             ό. ττ., §10

    10           ‘Εγκύκλιος, §14

    11           δ. π.

    12           Ματθ. ζ’, 17

    13           Ισαάκ ό Σΰρος, Τά εύρεθέντα ασκητικά, Λόγος, πα’

    14           Έβρ. ι’, 24


    Δημοσιεύτηκε στις 0

    Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.