Χρονόμετρο

    Η ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, ΠΡΙΝ ΤΡΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ.

    Δημοσιεύτηκε στις

     

     

    Η λεπτομερής και γοητευτική περιγραφή της πορείας ενός Έλληνα, ονόματι Κωνσταντίνου Διοικητή, από το Νέστο μέχρι το Σιδηρόκαστρο.

     

    Το έτος 1913, εκδόθηκε στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας, από τον  NICOLAS IORGA, το σύγγραμμα με τίτλο “Chronique de l’expédition des Turcs en Morée 1715, attribuée à Constantin Dioikétès”, (δηλαδή, “Χρονικό της εκστρατείας των Τούρκων στο Μωριά, το 1715, αποδιδόμενο στον Κωνσταντίνο Διοικητή”).

     

    Στο σύγγραμμα του IORGA περιλαμβάνεται ένα ημερολόγιο, που περιγράφει την εκστρατεία του Οθωμανού, μεγάλου βεζίρη Αλή Πασά, εναντίον των Βενετών της Πελοποννήσου, το έτος 1715. Το ημερολόγιο αποδίδεται σ’ έναν Έλληνα της αυλής του ηγεμόνα της Βλαχίας Κωνσταντίνου Brancoveanu, τον Κωνσταντίνο Διοικητή, που ακολούθησε, με σώμα Βλάχων (από την Βλαχία της Ρουμανίας) τον Οθωμανικό στρατό.

    Το ρουμανικό κείμενο του Κωνσταντίνου Διοικητή  μετέφρασε κι εξέδωσε στην γαλλική γλώσσα ο NICOLAS IORGA, το βρήκε δε και μου το έστειλε, σε ηλεκτρονική μορφή, ο ερευνητής της ιστορίας του Παγγαίου, δημοσιογράφος και καλός φίλος, Αριστείδης Μεντίζης, από το Παλαιοχώρι του Δήμου Παγγαίου, τον οποίο και ευχαριστώ.

    Γνωρίζω, βέβαια, το σχετικό κείμενο, με τίτλο: «Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΣΤΑ 1715», που εξέδωσε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος, αλλά αυτό είναι περιληπτικό και γι’ αυτό θεώρησα ότι αξίζει να μεταφράσω και ν’ αναρτήσω το πλήρες κείμενο του Κωνσταντίνου Διοικητή, τουλάχιστον το τμήμα του που αφορά το τμήμα της πορείας του, από το Νέστο μέχρι το Σιδηρόκαστρο.

    Την 20ή Απριλίου (του 1715), ημέρα Τετάρτη, φεύγοντας από την Γενησέα, φθάσαμε στην περιοχή πέρα από το ποτάμι, το ονομαζόμενο Καρασού, (εννοεί το Νέστο), μετά από μια πορεία τρεισήμισι ωρών . Από την Γενησέα μέχρι τον Καρασού συναντήσαμε μια πεδιάδα, με ξέφωτα και νεαρά δένδρα. Και ο Καρασού είναι ένα ποτάμι βαθύ και πλατύ, που το διασχίζει κάποιος από μια ξύλινη γέφυρα, της οποίας το μήκος είναι 360 sagenes (1 sagene = 2,1336 μέτρα), όμως το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου χρησιμοποιείται μια κινητή γέφυρα, διότι, όταν η στάθμη του ποταμού ανεβαίνει, αυτός συχνά υπερχειλίζει.

    Την 21η Απριλίου, ημέρα Πέμπτη, φεύγοντας από τον Καρασού, κατευθυνθήκαμε προς το Σαρή-σαμπάν, (πρόκειται για το Εσκή Σαρή-σαμπάν, μια μεγάλη, οχυρή κωμόπολη, που βρισκόταν εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το χωριό Ερατεινό του Δήμου Νέστου), μετά από μια πορεία μιας και μισής ώρας. Από τον Καρασού μέχρι το Σαρή-σαμπάν υπάρχουν άλση και λιβάδια. Το Σαρήσαμπάν είναι ένα χωριό, στο μέσο των λιβαδιών και πολύ κοντά του περνά ένα ποταμάκι με πόσιμο νερό. Σ’ αυτό το ποταμάκι έρχονται και αναπαράγονται οι καλιφάρ (χηνόπαπιες ή πάπιες της Βαρβαρίας – δηλ. της Μπαρμπαριάς, έτσι λεγόταν τότε η Βόρεια Αφρική). Σ’ αυτές τις περιοχές συλλέγονται μεγάλες ποσότητες εκλεκτού καπνού. Τα βουνά της Καβάλας ξεκινούν αμέσως μετά.

    1. Την 22α Απριλίου, ημέρα Παρασκευή, αναχωρώντας από το Σαρήσαμπάν, πορευθήκαμε πέρα από την πόλη της Καβάλας, στο Μπερεκετλή (Δάττο), μετά από πορεία ωρών. Σε απόσταση λίγη ώρας από την αναχώρηση από το Σαρήσαμπάν, υπάρχει ένας ανοιχτός χώρος ανάμεσα στα βουνά, καθώς και συστηματικοί αμπελώνες, σε κάποια σημεία. Λίγο μετά, αρχίζει η κλεισούρα (τα στενά), που ανεβαίνει και κατεβαίνει κατά μήκος της ακτής της θάλασσας – πρόκειται για δύσκολα, πετρώδη περάσματα. Το κάστρο της Καβάλας βρίσκεται σε μια κορυφή του βουνού, το οποίο κατεβαίνει μέχρι την ακτή της θάλασσας. Το κάστρο είναι κατασκευασμένο στο ψηλότερο σημείο. Είναι ισχυρό, με τριπλή περίμετρο τειχών, με μεγάλους πύργους και στο μέσον αυτού βρίσκεται μια ακρόπολη, εφοδιασμένη με πολυάριθμα κανόνια. Το κάστρο είναι στρογγυλό, διότι η θάλασσα το περιβάλλει από όλες τις πλευρές και από κάθε κατεύθυνση (πλευρά) φθάνουν πλοία, μια και η πόλη διαθέτει σκάλα ελλιμενισμού. Το νερό που έρχεται στο κάστρο συλλέγεται στα βουνά που κατεβαίνουν από την κορυφή  Κουσού Γιόλα, με αγωγούς φτιαγμένους από ογκόλιθους, που συνδέονται μεταξύ τους με τσιμέντο. Το νερό, άφθονο και με ευχάριστη γεύση, μεταφέρεται, λοιπόν, μέσω υψηλών, πέτρινων αψίδων (κεμέρια), μέχρι το σημείο εισόδου του στο κάστρο, όπου διανέμεται σε πηγάδια (δεξαμενές). Για την φύλαξη αυτού του νερού, υπάρχει ένα παλιό υδραγωγείο, που εκτείνεται από το βουνό μέχρι το κάστρο κι είναι εφοδιασμένο με θέσεις κανονιών. Στο εσωτερικό του κάστρου, επιπρόσθετα, αυτό το νερό, που έχει μεταφερθεί μέσω αγωγών,  μέσω άλλου αγωγού φθάνει στα σαρνίτς ή κιστέρνες, που ανέρχονται σε 150, καθώς και σε φρέατα. Απέναντι από το κάστρο, στη  θάλασσα, σε μια απόσταση περίπου τεσσάρων μιλίων,  βρίσκεται το δασωμένο νησί της Θάσου – στην τουρκική γλώσσα Τάσο – με υψηλό βουνό, στεφανωμένο με αιώνια χιόνια (!) Σ’ αυτό υπάρχουν πόλεις και χωριά. Στην Καβάλα ακούγεται μια παροιμία, που στρέφεται κατά των Εβραίων της Θεσσαλονίκης: Kavaladan top atylse, Seleanyi nyx, zarary varmy, (δηλαδή, «αν εξακοντιστεί ένα βλήμα από την Καβάλα, δεν βλάπτει καθόλου την Θεσσαλονίκη», η οποία υπαινίσσεται τον Εβραίο που καυχιέται απέναντι σ΄ έναν άλλο, αλλ’ αυτός δεν  τον λογαριάζει. Εδώ, στην Καβάλα, στην ακροθαλασσιά, ενώ ο Βεζύρης έκανε γιεμετλίκ (επιθεώρηση), ο Καπουδάν πασάς (ναύαρχος) του έστειλε νέα μ’ έναν Έλληνα ιερέα, τον οποίο είχε πάρει από τον Μωριά. Ο ιερέας, όταν ανακρίθηκε, δήλωσε ότι οι Φράγκοι (στην Πελοπόννησο) είναι ολιγάριθμοι και αδύναμοι. Πιο μακριά υπάρχουν ψηλά βουνά, με δύσκολη πρόσβαση, με στενά περάσματα, σκαλισμένα στον βράχο, μέχρι το σημείο που κατεβαίνει κανείς από την άλλη πλευρά, σ’ ένα χωριό καλούμενο «του Αλεξάνδρου», (έτσι είναι γραμμένο στο ξενόγλωσσο κείμενο), που σημαίνει του Αλέξανδρου του Μακεδόνα. Μετά ο δρόμος (εννοεί, προφανώς, που ανεβαίνει από την Καβάλα), αρχίζει να γίνεται πιο μεγάλος κι ανάμεσα στα βουνά που τον περιβάλλουν, όπως και στα μισά του δρόμου, υπάρχουν άδενδρα μέρη, συστηματικοί αμπελώνες και κήποι, πανέμορφες τοποθεσίες, μέχρι το Μπερεκετλή (Δάττο), όπου βρίσκονται ωραίες πηγές, το νερό των οποίων πηγάζει από  το βουνό, καθώς και πολυάριθμα χωριά.

    Την 23η Απριλίου, ημέρα του Αγίου Γεωργίου, φεύγοντας από το Μπερεκετλή, φθάσαμε στο Τορκούλ – καϊνάρντ-σασί, (Πόρτες Νικήσιανης), μετά από πορεία τριών ωρών.

    1. Από το Μπερεκετλή, προς τα αριστερά υπάρχουν ψηλά βουνά και μετά από πορεία μιάμισης ώρας, στους πρόποδες του βουνού, το οποίο σχηματίζει ένα στενό πέρασμα, βρίσκεται ένας μεγάλος κασαμπάς (= οχυρωμένη κωμόπολη), που λέγεται Πράβι και Πράβιστε. Πανέμορφες τοποθεσίες, ωραία νερά, πολυάριθμοι αμπελώνες. Μέσα σ’ αυτόν τον κασαμπά υπάρχουν μύλοι και φούρνοι, για το σπάσιμο και το λιώσιμο των λίθων, δηλαδή των μεταλλευμάτων που εξορύσσονται από αυτά τα βουνά, για την κατασκευή οβίδων (βλημάτων, «κουμπαρά» τους ονομάζει ο συγγραφέας). Από εδώ και πέρα, στους πρόποδες του βουνού υπάρχει καλός δρόμος. Καλά κι ωραία ύδατα πηγάζουν από το βουνό και στη συνέχεια σχηματίζουν πιο κάτω, μέσα στους τυρφώνες, λασπερά έλη. Προτού φθάσουμε σ’ αυτές τις πηγές, ανάμεσα στα ψηλά βουνά, κοντά σ΄ ένα ύψωμα στα δεξιά μας, υπάρχει ένας «κετσές», ένα πέρασμα. Ο δρόμος είναι πολύ δύσκολος, στενός: Ανεβαίνει και κατεβαίνει. Στο κατέβασμα, χαμηλά, βλέπουμε καρυδιές, δένδρα, πηγάδια, χωριά. Όμορφα μέρη. Στη συνέχεια, η πεδιάδα πλαταίνει, οι πηγές που αναφέραμε σχηματίζουν έλη και ο δρόμος συνεχίζει, στους πρόποδες του βουνού μέχρι το Τορκούλ -Καϊνάρντ-τσασί, (εννοεί τις Πόρτες, τα νερά μετά τη Νικήσιανη), το οποίο είναι μια μεγάλη πηγή, που πηγάζει από το βουνό, πάνω στο οποίο βρίσκεται η μονή της Παρθένου, «της Αχειροποιήτου» (στα ελληνικά, στο κείμενο). Πρόκειται για μια ωραία μονή, κτισμένη από τους Έλληνες αυτοκράτορες, με ορθογωνισμένα κομμάτια στικτού μαρμάρου, με μάρμαρα που θυμίζουν μωσαϊκό, μια δουλειά εξαιρετικά σπάνια. Και η εικόνα της Παρθένου είναι φτιαγμένη από κερί και μαστίχα και δεν την έχει ζωγραφίσει άνθρωπος. Η γιορτή έλαβε χώρα την δεύτερη μέρα του Πάσχα και συγκεντρώθηκε εδώ ένα μεγάλο πλήθος. Η τοποθεσία είναι πολύ απομονωμένη και ισχυρή. Η μονή έχει, μέσα στα τείχη της, αμπελώνες, ελαιόδενδρα και άλλα, οπωροφόρα δένδρα και πολλά νερά. Αυτή η μονή καλείται Κοσινίτζα. Κατέχει (της ανήκουν) χωριά, εδώ γύρω και μετόχια, σε πολλές περιοχές, που της δόθηκαν από τον Αυτοκράτορα που την ίδρυσε. Οι μοναχοί της μονής τα εξουσιάζουν (διοικούν). Η πηγή, που ονομάζεται Τορκούλ – Καϊνάρντ-τσασί, είναι, αυτή την εποχή, σχεδόν στεγνή, ενώ πιο μπροστά είχε τόση δύναμη (είχε τόσο μεγάλη παροχή), ώστε το νερό έβγαινε  με βουητό. Κατά μήκος αυτής της οροσειράς, υπάρχουν μεγάλες πόλεις και χωριά, καθώς και πολυάριθμοι αμπελώνες. Πιο μακριά, σε ολόκληρη την Ρούμελη καλλιεργούν βαμβάκι και σουσάμι.
    2. Την 24η Απριλίου, Κυριακή του Αγίου Θωμά, φεύγοντας από την Τορκούλ – καϊνάρντ-σασί, πήραμε τον δρόμο για την Τζεσεριαϊτζέρ Τανύκ, μια πορεία δυόμιση ωρών.

    Ο δρόμος είναι ωραίος. Ακολουθεί το ποτάμι που ονομάζεται Μπάνακας (Πάναξ = Αγγίτης), αλλά έχει ανηφόρες και κατηφόρες. Αυτό το ποτάμι διασχίζει τις πεδιάδες, όπου βρίσκεται η πόλη και η Μητρόπολη Φιλίππων και Δράμας. Είναι πλατύ κι έχει πολλά ψάρια και πάνω του είναι φτιαγμένη η Τζεσεριαϊτζέρ Τανύκ, δηλαδή «η γέφυρα». Βλέπουμε ένα μεγάλο άλσος, πάνω σε σταθερό έδαφος, και στις δύο όχθες του ποταμιού πολλά χωριά. Το νερό αυτού του ποταμιού είναι λίγο δύσκολο να το πιείς, διότι τον Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο προκαλεί πυρετούς.

    25 Απριλίου. Φεύγοντας από την Τζεσεριαϊτζέρ Τανύκ, φθάσαμε στην Τούμπα,  μετά από πορεία τρεισήμισι ωρών. Από την Τανύκ μέχρι την Τούμπα ο δρόμος είναι λίγο ανηφορικός, μετά, υπάρχει πεδιάδα, με ωραία τοπία και στην Τούμπα, κάτω από το χωριό, μετά από διαδρομή μισής ώρας, υπάρχει μια μεγάλη και φαρδιά λίμνη, που ονομάζεται Βερνάρ-γκιόλα, (εννοεί την λίμνη Ταχινού, που τότε κατελάμβανε μεγάλη έκταση). Αυτή δέχεται τα νερά του Πάνακα κι ενός άλλου ποταμού, πιο μεγάλου, ο οποίος ονομάζεται Νεχρί – καρασού, δηλ. «μεγάλο νερό», για τον οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω (εννοεί τον Στρυμόνα). Κι αυτή η λίμνη επικοινωνεί με την θάλασσα και πλοία έρχονται, από την θάλασσα μέχρι εδώ, σχεδόν μπροστά από τις Σέρρες. Αυτή η λίμνη έχει μεγάλα ψάρια, αφού εδώ ψαρεύουν κυπρίνους βάρους 30 έως 40 οκάδων και γουλιανούς βάρους 50 έως 60 οκάδων.

    26 Απριλίου. Φεύγοντας από την Τούμπα, κατευθυνθήκαμε προς τις Σέρρες, όπου φθάσαμε, μετά από πορεία δυόμιση ωρών.

    1. Από την Τούμπα μέχρι τις Σέρρες υπάρχει πεδιάδα, με ωραίες τοποθεσίες και πολυάριθμους αμπελώνες. Και η πόλη των Σερρών είναι χτισμένη στους πρόποδες του βουνού: Είναι μια μεγάλη πόλη, με αρχαία οχύρωση, στην οποία κατοικούν πολυάριθμοι Τούρκοι και Χριστιανοί. Η οχύρωση (το κάστρο) βρίσκεται σε μεγάλο ύψος, πάνω σε μια κορυφή του βουνού. (Η πόλη) έχει, επίσης, ένα δεύτερο τείχος, το οποίο περνά μέσα από την πόλη, της οποίας περιβάλλει κι ένα τμήμα. Στις Σέρρες βρίσκεται η Μητρόπολη των Σερρών, (εννοεί τον μητροπολιτικό ναό), της οποίας προστάτες είναι ο Θεόδωρος Τήρων και ο Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και η οποία διαφυλάσσει λείψανά τους, την κάρα του Θεοδώρου Τήρωνος και το σπαθί του Θεοδώρου Στρατηλάτη. Αυτός ο ναός είναι από τους αρχαιότερους: Κατεβαίνει κανείς σ’ αυτόν με σκαλοπάτια.

    Πιο πάνω από την Μητρόπολη υπάρχει ένας άλλος ναός, ο οποίος τιμάται στην μνήμη του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, περίπου 350 χρόνων παλιός (εννοεί, προφανώς, την ιστορική, Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου, στο Μενοίκιο όρος, κοντά στις Σέρρες) κι έξω απ’ αυτόν, μόλις διασχίσει κάποιος την αυλή του ναού, δίπλα στην όχθη ενός ρυακιού, που κατεβαίνει από το βουνό και του οποίου οι πηγές βρίσκονται λίγο πιο πέρα από το κάστρο, υπάρχουν δυο υψηλές και χοντρές σημύδες, (διαμέτρου) τεσσάρων η καθεμία, (1 sagene = 2,1336 μέτρα), που αξίζει να τις δει κανείς. Για την πιο μεγάλη (χοντρή) απ’ αυτές, οι πατέρες του ναού αφηγούνται ότι κάποιος γείτονας πλήρωσε 300 πιάστρες, για να την αγοράσει από το μοναστήρι, υπολογίζοντας να λάβει μια μεγάλη ποσότητα ελαίου, ενώ όμως λογάριαζε να πάει την επόμενη ημέρα   για να την κόψει, ο Άγιος Ιωάννης εμφανίστηκε μπροστά του τη νύχτα και του είπε: «προφύλαξε (μην πειράξεις) αυτό το δένδρο, γιατί θα χάσεις την ζωή σου». Τότε αυτός, κυριευμένος από φόβο, την επόμενη ημέρα πήγε στον Μητροπολίτη και, αντί να κόψει το δένδρο, παρόλο που ήταν Τούρκος, δώρισε στο Μοναστήρι 100 πιάστρα και υποσχέθηκε ότι δεν θα το πειράξει.

    Μέσα σ’ αυτό το ποταμάκι, κοντά στο κάστρο, υπάρχει ένας μύλος, που αλέθει κι αποφλοιώνει το ρύζι, διότι εδώ στις Σέρρες, αλλά και πιο μακριά, καλλιεργούν πολύ ρύζι, βαμβάκι και καλό καπνό. Και το ποταμάκι περνά κάτω από το δεύτερο τείχος, ενώ άλλο νερό βγαίνει από μια πηγή, που βρίσκεται μέσα σε βράχο, πολύ κοντά στο κάστρο. Παρακάτω από τον μύλο υπάρχει ένα μικρό, αλλ’ αρκετά όμορφο άλσος, καθώς και μπαχτσέδες, κήποι, (εδώ, ο συγγραφέας βάζει ατόφια την τουρκική λέξη «μπαχτσέδες» και την μεταφράζει). Πιο πάνω, στους πρόποδες του βουνού, υπάρχουν πολυάριθμοι αμπελώνες. Ο δρόμος, (η πρόσβαση) όμως, είναι δύσκολος από τα βουνά. Έπρεπε να κατασκευαστεί ένας δρόμος, για να περάσει ο Σουλτάνος Αχμέντ, η Βαλιντέ και όλο το χαρέμι, καθώς και ο Ρεκιάμπ καϊμακάμης, κατά την εκστρατεία τους προς τον Μωριά.

    Στις Σέρρες ο αέρας είναι ανθυγιεινός (νοσηρός) για τους άνδρες, (παρένθεση: αλλά υγιεινός για τις γυναίκες, γιατί αυτές είναι πολύ όμορφες και αρέσουν πολύ, σε όσους επισκέπτονται αυτόν τον τόπο), διότι οι άνδρες αρρωσταίνουν γενικά το καλοκαίρι. Γι’ αυτό, από τις αρχές Ιουλίου αυτοί ανεβαίνουν στα ψηλά, στ’ αμπελάκια τους, με τις γυναίκες και τα παιδιά τους και παραμένουν εκεί μέχρι το τέλος του τρύγου (της συγκομιδής). Τα νερά είναι και ωραία και άφθονα. Εμείς μείναμε εδώ δύο ημέρες.

    1. Στις 28 Απριλίου, φεύγοντας από τις Σέρρες, κατευθυνθήκαμε προς το Ντεμίρ χισάρ (σημερινό Σιδηρόκαστρο), στο οποίο φθάσαμε μετά από πορεία τριών ωρών.

    Από τις Σέρρες μέχρι το Ντεμίρ χισάρ υπάρχει πεδιάδα, με πηγάδια, με ωραία, ζωντανά (ευχάριστα) νερά, με αμπελώνες στους πρόποδες των βουνών και με πολλά χωριά. Το Ντεμίρ χισάρ είναι κτισμένο στο άκρο μιας κοιλάδας ανάμεσα στα βουνά. Πρόκειται για ένα μεγάλο κασαμπά (οχυρή κωμόπολη) και κάτω απ΄ αυτό, στην κορυφή του βουνού, υπάρχει μια αρχαία ακρόπολη. Αυτόν τον κασαμπά τον διασχίζει ένας ωραίος χείμαρρος, που χύνεται στον Καρασού. Τα περίχωρα παράγουν πολύ ρύζι, βαμβάκι και άλλες παραγωγές (γεννήματα). Υπάρχουν επίσης πολυάριθμοι αμπελώνες και κήποι, ενώ υπάρχουν και ορυχεία σιδήρου.

    Την 29η Απριλίου, φεύγοντας από το Ντεμίρ χισάρ, κάναμε στάση στο Τσαϊρ – κιοϊ, μετά από πορεία τρεισήμισι ωρών.

    Από εκεί, κοντά στο Ντεμίρ χισάρ, σε απόσταση περίπου μισής ώρας, κυλά ένας μεγάλος ποταμός, για τον οποίο μίλησα πιο πάνω, ο Καρασού (Στρυμόνας). Αυτός κατεβαίνει από ένα στενό πέρασμα των βουνών, βαθύ και βρώμικο. Όταν φουσκώνει από τις βροχές, πλημμυρίζει τα περίχωρα. Πάνω απ’ αυτό τον ποταμό, από την πλευρά του βουνού, υπάρχει μια μεγάλη, ξύλινη γέφυρα. Το στενό πέρασμα οδηγεί προς άλλες περιοχές (άλλους τόπους) και πέρα από την γέφυρα το έδαφος ανυψώνεται και υπάρχουν πολλές αμπελοφυτείες (συστηματικοί αμπελώνες), γιατί οι περιοχές αυτές είναι ωραίες. Και ακόμη ψηλότερα από τα αμπελάκια, κάτω από την περιοχή των αμπελώνων, υπάρχουν δυο χωριά που ονομάζονται Βετρίνα (Πετρίτσι). Ακολουθούν νεαρά δάση, σε βραχώδη εδάφη. Βλέπει, επίσης, κανείς και το αρχαίο τείχος μιας ακρόπολης. Το νεαρό δάσος φθάνει μέχρι το Τσαϊρ κιοϊ και παρακάτω υπάρχει μια λίμνη, γεμάτη με ψάρια. Το Τσαϊρ κιοϊ  είναι χωριό κτισμένο μέσα στην πεδιάδα….

     

    ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

     

    ΘΕΟΔΩΡΟΣ Δ. ΛΥΜΠΕΡΑΚΗΣ

    ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ


    Δημοσιεύτηκε στις

    Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.